Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

Σημαντική καταδίκη και χρηματικό πρόστιμο στο ΡΙΚ για ξενοφοβικές και ρατσιστικές δηλώσεις

Η ΚΙΣΑ – Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό εκφράζει την ικανοποίηση της για τις αποφάσεις της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, και σημειώνει ιδιαίτερα το χρηματικό πρόστιμο, ύψους €3000, που επιβλήθηκε στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ), λόγω πρόκλησης ξενοφοβίας και ρατσιστικού μίσους, μέσω της τηλεοπτικής μετάδοσης των ξενοφοβικών και ρατσιστικών δηλώσεων του ηθοποιού Κωστάκη Κωνσταντίνου.

Συγκεκριμένα, ο Κωστάκης Κωνσταντίνου, ως φιλοξενούμενος στην εκπομπή «Μαζί στο ΡΙΚ» της Ελίτας Μιχαηλίδου την Τετάρτη, 19 Ιουνίου 2013, μεταξύ άλλων δήλωσε: «Η πολλή δημοκρατία τελικά είναι αρρώστια για ένα τόπο, η πάρα πολλή δημοκρατία είναι αρρώστια. […] Μου αρέσει αυτό το πράγμα που κάνει η Χρυσή Αυγή τώρα στην Αθήνα. […] Είδαμε ότι φοβάσαι να περπατήσεις στον Άγιο Παντελεήμονα. […]

Άμα περνώ από ένα δρόμο και με βλέπουν 800 ξένοι που δεν ξέρω τι έχουν κάνει στις πατρίδες τους, δεν είμαι ρατσιστής, αλλά δεν μπορώ να βλέπω αυτό το πράμα. Δεν μπορώ να βλέπω να κάνεις έγκλημα, να είσαι φιλοξενούμενος μου, να σε ταΐζω, να σε ποτίζω, να σου δίνω και τα τσιεκκούθκια κι εσύ να μην με σέβεσαι, γιατί εγώ σέβομαι και εγώ όταν πηγαίνω στον τόπο σου κύριε Πακιστανέ και κύριε Ινδέ και οτιδήποτε, σέβομαι γιατί είμαι στον τόπο σου».

Στις 27 Ιουνίου 2013, η ΚΙΣΑ κατήγγειλε την εκπομπή και το ΡΙΚ για τις απαράδεκτες αυτές δηλώσεις στην Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, στην Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, στην Αρχή Κατά του Ρατσισμού και των Διακρίσεων του Γραφείου της Επιτρόπου Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθώς επίσης και στον Γενικό Εισαγγελέα.

Η καταγγελία αφορούσε την παραβίαση του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας, του περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Τροποποιητικού) Νόμου του 2010 [117(Ι)/2010], του περί της Καταπολέμησης Ορισμένων Μορφών Εκδηλώσεων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας μέσω του Ποινικού Δικαίου Νόμου του 2011 [Ν. 134(Ι)/2011] και του περί Ίσης Μεταχείρισης (Φυλετική ή Εθνοτική Καταγωγή) Νόμου του 2004 [59(I)/2004]. 

Η ανταπόκριση των αρμόδιων αρχών ήταν θετική. Η Αρχή Κατά του Ρατσισμού και των Διακρίσεων ενημέρωσε την ΚΙΣΑ ότι διερευνά την καταγγελία, ενώ και πάλι χαιρετίζουμε τη στάση και τις αντίστοιχες αποφάσεις της Επιτροπής Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου. Ωστόσο, ο Γενικός Εισαγγελέας έκρινε ότι δεν είναι δική του αρμοδιότητα η διερεύνηση της υπόθεσης και μας παρέπεμψε στον Αρχηγό της Αστυνομίας.

Στις 6 Οκτωβρίου 2013, η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε την καταγγελία της ΚΙΣΑ και αποφάσισε ότι το περιεχόμενο της εκπομπής συνιστά παραβίαση των προνοιών του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Σύμφωνα με τη γνωμάτευση της Επιτροπής, «η μετάδοση της αναφοράς που έγινε από τον κ. Κωνσταντίνου ότι “η πολλή δημοκρατία είναι αρρώστια” αντιβαίνει στη γενική διάταξη του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας περί σεβασμού και προαγωγής της δημοκρατίας και των άλλων πανανθρώπινων αξιών.

Εν πρώτοις, δεν μπορεί να υπάρξει ποσόστωση στη δημοκρατία. Υπάρχει μόνο η δημοκρατία ως πανανθρώπινη αξία και δεν είναι δυνατό οποιοσδήποτε κατά το δοκούν να προκρίνει περιορισμό της όταν προσωπικά και αυθαίρετα θεωρεί ότι υπάρχει πολλή δημοκρατία. 

Εξάλλου, ο χαρακτηρισμός της δημοκρατίας ως αρρώστιας παραπέμπει σε μια κατάσταση που πρέπει να αντιμετωπισθεί δραστικά, και στην προκειμένη περίπτωση με τα μέσα και τις μεθόδους που προκρίνει η Χρυσή Αυγή, μια οργάνωση με δημοσίως διακηρυγμένες φασιστικές και αντιδημοκρατικές αντιλήψεις». Παράλληλα, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι «οι αναφορές του κ. Κωνσταντίνου ότι φοβάται να κυκλοφορήσει σε δρόμους της Αθήνας γιατί τον βλέπουν οκτακόσιοι ξένοι που δεν ξέρει τι έχουν κάμει στη χώρα τους, με το γενικό τρόπο που διατυπώθηκαν, έχουν έντονο ξενοφοβικό χαρακτήρα και ως τέτοιες είναι δυνατό να διεγείρουν την καχυποψία, το μίσος και την αποστροφή προς κάθε ξένο.

 Ως εκ τούτου κρίθηκε ότι αντιβαίνουν στην πρόνοια περί αποφυγής αναφορών που εμπεριέχουν στοιχεία προκατάληψης λόγω φυλής, χρώματος, γλώσσας, θρησκείας και εθνικής καταγωγής». Τέλος, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι «η απόφαση αυτή δεν αφορά στον κ. Κωνσταντίνου, επί του οποίου δεν έχει αρμοδιότητα, αν και αποδοκιμάζει έντονα τις δηλώσεις του, αλλά στο ΡΙΚ και στην παρουσιάστρια της εκπομπής, γιατίέδωσαν βήμα να ακουσθούν οι ξενοφοβικές απόψεις του και δεν μερίμνησαν να διαχωρίσουν τη θέση τους από αυτές σαφώς και απεριφράστως».

Στις 11 Σεπτεμβρίου 2013, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου εξέδωσε την αρχική απόφαση της και απεφάνθη ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα «περιείχε πρόκληση μίσους βάσει φυλής, θρησκείας ή εθνικότητας, κατά παράβαση του άρθρου 18(Β) του περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Τροποποιητικού) Νόμου του 2010 [117(Ι)/2010]».

 Στην αρχική της απόφαση, η Αρχή ανέφερε ότι «στον ισχυρισμό ότι το Ίδρυμα δεν είχε πρόθεση ή σκοπό να προβάλει ρατσιστικά ή ξενοφοβικά σχόλια και ότι η έκβαση της εκπομπής δεν μπορούσε να προαποφασιστεί, αφού αυτή ήταν ζωντανή και όχι μαγνητοσκοπημένη, η Αρχή τονίζει ότι το Ίδρυμα εξακολουθεί να φέρει την ευθύνη για οιονδήποτε πρόγραμμα μεταδίδει, ανεξαρτήτως του αν αυτό είναι ζωντανό ή μαγνητοσκοπημένο».

 Επιπρόσθετα, «στον ισχυρισμό ότι ο καλεσμένος εξέφρασε καθαρά προσωπικές απόψεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτές υιοθετούνται από τη δημοσιογράφο ή το ΡΙΚ, η Αρχή συμφωνεί ότι οι απόψεις οποιουδήποτε καλεσμένου δεν υιοθετούνται από το Ίδρυμα ή τον εκάστοτε δημοσιογράφο. Αυτό όμως από μόνο του δεν αποτελεί ελαφρυντικό, αφού το Ίδρυμα παρέχει το βήμα, μέσω του οποίου μεταδίδονται οι οποιεσδήποτε απόψεις και ειδικότερα στη συγκεκριμένη περίπτωση που οι απόψεις του καλεσμένου πραγματεύονταν θέματα ρατσισμού και ξενοφοβίας, η Αρχή ανέμενε ότι το Ίδρυμα θα ήταν ιδιαίτερα προσεκτικό».

Στις 16 Οκτωβρίου 2013, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου εξέδωσε την τελική απόφαση της και απεφάνθη ότι «στην παρούσα υπόθεση υπάρχει παράβαση του άρθρου 18(Β) του περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Τροποποιητικού) Νόμου του 2010 [117(Ι)/2010]», σύμφωνα με το οποίο «το Ίδρυμα απαγορεύεται να μεταδίδει προγράμματα που να περιέχουν πρόκληση μίσους, βάσει φυλής, φύλου, θρησκείας ή εθνότητας». Μάλιστα, η Αρχή αναφέρει ότι «σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3(2)(ζ), είχε δώσει στο Ίδρυμα το δικαίωμα να ακουσθεί και μπορούσε να προχωρήσει στην επιβολή της, κατά την κρίση της, επιβαλλόμενης κύρωσης. Παρά ταύτα και υπό το φως των περιστάσεων της υποθέσεως, η Αρχή έδωσε στο Ίδρυμα την ευκαιρία να ακουσθεί και μετά τη διαπίστωση της παράβασης για σκοπούς επιβολής κύρωσης».

Συγκεκριμένα, η Αρχή, με επιστολή της στις 25 Σεπτεμβρίου 2013 κάλεσε το Ίδρυμα, εάν επιθυμεί, να υποβάλει τις απόψεις του εγγράφως για δεύτερη φορά. Το ΡΙΚ απάντησε στην Αρχή, μέσω επιστολής του Γενικού Διευθυντή του στις 7 Οκτωβρίου 2013.

 Αναφορικά με τους ισχυρισμούς και τις απόψεις του Γενικού Διευθυντή του ΡΙΚ, όπως προβάλλονται στην προαναφερθείσα επιστολή, στην τελική της απόφαση η Αρχή παρατηρεί ότι «στον ισχυρισμό που αναφέρει ότι το ΡΙΚ έχει υποχρέωση να καλύπτει ραδιοτηλεοπτικά όλο το φάσμα των απόψεων, κάτι που συνεπάγεται την παροχή βήματος ελεύθερης έκφρασης στους προσκεκλημένους του, άσχετα με την ιδιότητά τους και άσχετα με τις απόψεις που εκφράζουν, τηρουμένων φυσικά των εξαιρέσεων που ορίζει ο νόμος, η Αρχή συμφωνεί και υπερτονίζει ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο προσκεκλημένος με τα λεγόμενα του και κατ’ επέκταση το ΡΙΚ, έχουν προβεί σαφώς σε παράβαση της νομοθεσίας, αφού μεταδόθηκαν σχόλια που ξεκάθαρα περιέχουν πρόκληση μίσους βάσει φυλής, φύλου, θρησκείας ή εθνικότητας. 

Επιπλέον, η Αρχή θεωρεί ότι, όπως το Ίδρυμα έχει υποχρέωση να καλύπτει και να προβάλλει όλο το φάσμα των απόψεων, με τον ίδιο τρόπο είναι συνάμα και υπεύθυνο για οτιδήποτε προβάλλει που παραβιάζει τις πρόνοιες της νομοθεσίας». 

Παράλληλα, «στον ισχυρισμό ότι η Αρχή θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσο η απόφαση της στη συγκεκριμένη υπόθεση συνιστά παράβαση των δικαιωμάτων ελεύθερης έκφρασης και πληροφόρησης τόσο των προσκεκλημένων του ΡΙΚ όσο και του ίδιου του Ιδρύματος, η Αρχή θεωρεί ότι από τη στιγμή που οι απόψεις του καλεσμένου πραγματεύονταν ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως ο ρατσισμός και η ξενοφοβία, οι οποίες μάλιστα εκφράζονταν με τρόπο που είναι δυνατό να ενίσχυαν το μίσος απέναντι στο διαφορετικό, τότε τα όσα μεταδόθηκαν δεν συνιστούν ελευθερία έκφρασης, αλλά κατάφωρη παράβαση της νομοθεσίας, ειδικότερα αν λάβουμε υπόψη και το γεγονός ότι η δημοσιογράφος δεν αντέδρασε σχεδόν καθόλου στα όσα λέχθηκαν». Ενόψει των πιο πάνω, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου αποφάσισε να επιβάλει στο Ίδρυμα το διοικητικό πρόστιμο των €3000, για την παράβαση του άρθρου 18(Β) του περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Τροποποιητικού) Νόμου του 2010 [117(Ι)/2010].

Η ΚΙΣΑ χαιρετίζει τις αποφάσεις των δύο ανεξάρτητων αρχών, ενώ παράλληλα αναμένει τα αποτελέσματα της έρευνας που διενεργεί η Αρχή Κατά του Ρατσισμού και των Διακρίσεων. Επιπλέον, η ΚΙΣΑ ευελπιστεί ότι οι συγκεκριμένες αποφάσεις θα αποτελέσουν ορόσημο στην προσπάθεια καταπολέμησης και εξάλειψης της ξενοφοβίας, της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού από το δημόσιο διάλογο, όπως αυτός διαμορφώνεται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, περιλαμβανόμενης της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και του ρόλου που θα έπρεπε να διαδραματίζει. 

Η ΚΙΣΑ τονίζει επίσης ότι συμφωνεί απόλυτα με τη θέση που διετύπωσε ο Γενικός Διευθυντής του ΡΙΚ, αναφορικά με την προώθηση του πλουραλισμού και της προβολής όλων των απόψεων, μέσω της παροχής βήματος ελεύθερης έκφρασης στους προσκεκλημένους του. Ωστόσο, όπως είναι καθολικά αποδεκτό σε όλες τις δημοκρατικές κοινωνίες, η ελεύθερη έκφραση σταματά στο σημείο που παραβιάζονται πανανθρώπινες αξίες και ιδανικά, βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και προωθούνται οι διακρίσεις, ο ρατσισμός, ο εθνικισμός και ο ναζισμός, που ευθύνονται για το μεγαλύτερο αιματοκύλισμα της ανθρωπότητας.

Τέλος, η ΚΙΣΑ θεωρεί ότι η άποψη του ΡΙΚ για προώθηση της πολυφωνίας και της φιλοξενίας της διαφορετικής άποψης, με την οποία συμφωνούμε απόλυτα, δεν έχει ουσιαστικό αντίκρισμα. Ιδιαίτερα κατά τα τελευταία χρόνια, το ΡΙΚ παραγνωρίζει και αρνείται συστηματικά να φιλοξενήσει ή ακόμα και να προβάλει τις θέσεις και απόψεις των μη-κυβερνητικών οργανώσεων και της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται στους τομείς της μετανάστευσης, του ασύλου και της καταπολέμησης των διακρίσεων, της ξενοφοβίας, του ρατσισμού και της εμπορίας ανθρώπων.

- Source : http://kisa.org.cy

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου