Βρυξέλλες: Ανοικτό παράθυρο στην επιβολή νέων μέτρων, με αναπροσαρμογή των προνοιών του Μνημονίου, αφήνουν Κομισιόν και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αναγνωρίζοντας ότι η συρρίκνωση της κυπριακής οικονομίας, τα επίπεδα ανεργίας και οι απώλειες στον τραπεζικό τομέα, ενδέχεται να επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο και από αυτές τις κοινές προβλέψεις των διεθνών δανειστών της Κύπρου, στις οποίες βασίστηκε όλο το κυπριακό πλήρες πρόγραμμα.
«Όπου είναι απαραίτητο, οι πολιτικές του μνημονίου μπορούν να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες μακροοικονομικές ή άλλες συνθήκες», αναφέρουν χαρακτηριστικά Κομισιόν και ΕΚΤ, αναγνωρίζοντας ότι σημαντικοί μακροοικονομικοί κίνδυνοι εξακολουθούν να υφίστανται «και κλίνουν προς την αρνητική πλευρά»…
Οι θέσεις της Κομισιόν και της ΕΚΤ περιλαμβάνονται σε κοινές γραπτές απαντήσεις που κατέθεσαν τα δύο θεσμικά όργανα ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωβουλής και τις οποίες εξασφάλισε ο «Φ».
Στο πλαίσιο των γραπτών απαντήσεων, η Κομισιόν και η ΕΚΤ επικρίνουν την κυβέρνηση Χριστόφια για ολιγωρία, σημειώνοντας ότι «περίμενε πολύ καιρό προτού αναλάβει δράση», κάτι που όπως υπογραμμίζουν «είναι λυπηρό, επειδή αυξήθηκε το οικονομικό κόστος για την Κύπρο».
Επικρίσεις διατυπώνονται και για τα επίπεδα εποπτείας της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, στη διάρκεια της θητείας Ορφανίδη, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων, ότι δεν εμποδίστηκε επαρκώς η έκθεση των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα, η οποία «έφτασε στο 160% ΑΕΠ σε δάνεια και ομόλογα το 2011».
Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΚΤ αποδίδουν την πατρότητα της αρχικής απόφασης του Eurogroup (15 Μαρτίου) για επιβολή κουρέματος στις ανασφάλιστες καταθέσεις στην κυβέρνηση Αναστασιάδη. Υποστηρίζουν ότι συμβούλεψαν τη Λευκωσία να μην αγγίξει τις ανασφάλιστες καταθέσεις και ότι η κυβέρνηση Αναστασιάδη δεν ακολούθησε τη συμβουλή Ε.Ε.-ΕΚΤ.
Σημαντικότερο πάντως στοιχείο των γραπτών απαντήσεων της Κομισιόν και της ΕΚΤ, αποτελούν οι αναφορές για το μέλλον της κυπριακής οικονομίας, υπό το φως του Μνημονίου.
Έναυσμα για τις κοινές τοποθετήσεις Κομισιόν-ΕΚΤ έδωσε ερώτηση που υπέβαλε η πολιτική ομάδα των Πρασίνων, διατυπώνοντας τη θέση ότι οι προβλέψεις των διεθνών δανειστών της Κύπρου για συρρίκνωση της κυπριακής οικονομίας κατά 12,5%, συνολικά την επόμενη διετία, είναι «μετριοπαθείς» και ότι άλλες ανεξάρτητες εκτιμήσεις καταδεικνύουν ότι η ύφεση θα είναι πολύ μεγαλύτερη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εφαρμογή του κυπριακού Μνημονίου.
Απαντώντας γραπτώς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΚΤ, μεταξύ άλλων παραδέχονται ότι οι εξελίξεις στην κυπριακή οικονομία ενδέχεται να επιδεινωθούν πέραν των δικών τους προβλέψεων, επιστρατεύοντας μάλιστα και εκτίμηση των Βρυξελλών, η οποία τοποθετεί αρνητικό πρόσημο στα «ρίσκα» που ενδέχεται να αντιμετωπίσει η Κύπρος. Ειδικότερα, Ε.Ε. και ΕΚΤ αναφέρουν:
• Οι προβλέψεις για την Κύπρο, τα έτη 2012-2016, αποτελούν κοινή αξιολόγηση της Τρόικας, με τη συμμετοχή δηλαδή και του ΔΝΤ και υποστηρίζουν ότι η κυπριακή οικονομία θα ανακάμψει τα έτη 2015-2016 και θα επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης.
• Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΚΤ, παραδέχονται ότι «όντως, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων αβεβαιοτήτων στην πρόβλεψη της κυπριακής οικονομίας, στην τρέχουσα συγκυρία, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι οι οικονομικές εξελίξεις θα αποδειχθούν χειρότερες από τις προβλεπόμενες». Προσθέτουν μάλιστα ότι «οι υπηρεσίες της Κομισιόν έχουν ξεκαθαρίσει ότι τα ρίσκα γέρνουν προς την αρνητική πλευρά και σχετίζονται μεταξύ άλλων, με τους κινδύνους εφαρμογής του προγράμματος προσαρμογής (σ.σ. Μνημονίου), την αύξηση της ανεργίας και τις κάθε περαιτέρω απώλειες του τραπεζικού τομέα».
• Κομισιόν και ΕΚΤ επαναλαμβάνουν πως «είναι πράγματι ορθό ότι σημαντικά μακροοικονομικά ρίσκα παραμένουν και κλίνουν προς την αρνητική πλευρά», παραπέμποντας, μεταξύ άλλων, σε περαιτέρω «επιδείνωση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα» και σε «μεγαλύτερη από την αναμενόμενη πτώση των τιμών των ακινήτων».
• Αφού σημειώνουν ότι «η μετάβαση σε ένα πιο πλούσιο μοντέλο ανάπτυξης θα είναι δύσκολη για την (κυπριακή) οικονομία τα επόμενα χρόνια», ξεκαθαρίζουν ότι «όπου είναι απαραίτητο, οι πολιτικές του Μνημονίου μπορούν να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες μακροοικονομικές ή άλλες συνθήκες», ανοίγοντας ουσιαστικά παράθυρο στην επιβολή νέων μέτρων.
• Η Κομισιόν και η ΕΚΤ κάνουν επίσης λόγο για την ανάγκη στενής παρακολούθησης των οικονομικών εξελίξεων στην Κύπρο αλλά και αναθεωρήσεων των προβλέψεων σε τακτά χρονικά διαστήματα, «τουλάχιστον κάθε τρεις μήνες», μετά την αξιολόγηση στην οποία θα υποβάλλεται η Κύπρος από την Τρόικα.
• Αξίζει να σημειωθεί ότι τα μοναδικά θετικά στοιχεία στα οποία επενδύουν Κομισιόν και ΕΚΤ για να έρθουν καλύτερες μέρες για την Κύπρο, την επόμενη διετία, είναι η αύξηση του τουριστικού προϊόντος και οι επενδύσεις στο ενεργειακό πεδίο.
«Ο Αναστασίαδης επέβαλε το χαράτσι»
Στην κυβέρνηση Αναστασιάδη αποδίδουν Κομισιόν και ΕΚΤ την πατρότητα της αρχικής απόφασης του Eurogroup στις 15 Μαρτίου για κούρεμα ανασφάλιστων καταθέσεων 6,75%.
Στο πλαίσιο των γραπτών απαντήσεων που κατέθεσαν στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, υποστηρίζουν ότι «στην τηλεδιάσκεψη του Eurogroup πριν από την ψηφοφορία στη Βουλή των Αντιπροσώπων της Κύπρου, η Τρόικα ξεκαθάρισε ότι μια εναλλακτική λύση χωρίς επιβολή τέλους στις καταθέσεις κάτω από 100.000 ευρώ θα ήταν προτιμότερη, τηρώντας παράλληλα τις οικονομικές παραμέτρους που έθεσε το Eurogroup. Οι κυπριακές Αρχές δεν αποδέχθηκαν αυτή τη συμβουλή», αναφέρουν γραπτώς η Ευρωπαϊκη Επιτροπή και η ΕΚΤ, αφήνοντας εκτεθειμένη την κυβέρνηση Αναστασιάδη ότι αυτή επέβαλε το αρχικό χαράτσι 6,75% στις ανασφάλιστες καταθέσεις κάτω των 100 χιλιάδων ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι ανάλογη θέση είχε διατυπώσει η Κομισιόν και σε γραπτή δήλωση που εξέδωσε στις 20 Μαρτίου, μετά από συνεδρία του Κολεγίου Επιτρόπων, αφήνοντας και πάλι εκτεθειμένη την κυβέρνηση Αναστασιάδη για την τροχιοδρόμηση των αποφάσεων κουρέματος ανασφάλιστων καταθέσεων, κάτω των 100 χιλιάδων ευρώ.
Τόσο η Κομισιόν, όσο και η ΕΚΤ αποφεύγουν να αναφερθούν στον τρόπο με τον οποίο λήφθηκαν οι τελικές αποφάσεις στο Eurogroup της 25ης Μαρτίου. Από τις απαντήσεις τους, αφήνουν να εννοηθεί ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή από τη συμμετοχή των καταθετών της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου στην απομείωση του κυπριακού χρέους.
«Καρφώνουν» την κυβέρνηση Χριστόφια
Δριμύτατες επικρίσεις για ολιγωρία, αποδίδουν Κομισιόν και ΕΚΤ στην τέως κυβέρνηση του Δημήτρη Χριστόφια, θεωρώντας ότι οδήγησε στην αύξηση του οικονομικού κόστους για την Κύπρο. Επισημαίνεται χαρακτηριστικά ότι «οι κυπριακές Αρχές περίμεναν πολύ καιρό προτού αναλάβουν δράση και πήρε πάρα πολύ καιρό μέχρι τον καταρτισμό του κυπριακού προγράμματος. Αυτό είναι λυπηρό, επειδή αυξήθηκε το οικονομικό κόστος για την Κύπρο», υποστηρίζουν Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ΕΚΤ.
Παράλληλα, Κομισιόν και ΕΚΤ αναφέρουν τα εξής:
• Από το φθινόπωρο του 2011, η Κομισιόν προειδοποίησε την Κύπρο ότι εάν δεν λαμβάνονταν άμεσα μέτρα, ένα μνημονιακό πρόγραμμα θα ήταν δύσκολο να αποφευχθεί.
• Κομισιόν και ΕΚΤ επισημαίνουν ότι αν και η Κύπρος είχε χάσει την πρόσβαση στις αγορές, παρόλα αυτά εξασφάλισε δάνειο από τη Ρωσία στα τέλη του 2011, «επιτρέποντάς της να παρατείνει προσωρινά τη μη βιώσιμη κατάσταση στη χώρα».
• Η Επιτροπή συνέστησε -στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις από τον Μάιο 2011- ότι η Κύπρος θα έπρεπε να λάβει μέτρα για να ενισχύσει περαιτέρω το πλαίσιο προληπτικής εποπτείας για τις τράπεζες και τα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η έγκαιρη ανίχνευση των κινδύνων.
• Η Κομισιόν επέστησε ακόμη την προσοχή των κυπριακών Αρχών για τους κινδύνους, το φθινόπωρο του 2011. Περαιτέρω συστάσεις και προειδοποιήσεις περιλαμβάνονται στην έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης τον Φεβρουάριο του 2012 και στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις που απευθύνονται προς την Κύπρο από το Συμβούλιο, τον Ιούλιο του 2012.
Στις απαντήσεις τους, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ΕΚΤ υποστηρίζουν ότι το Υπουργείο Οικονομικών και η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου έχουν γενικά συνεργαστεί «καλά» παρέχοντας τις σχετικές πληροφορίες, περιλαμβανομένων στατιστικών στοιχείων και νομικών εγγράφων. Ωστόσο, την ίδια ώρα, υποστηρίζουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, «η ποιότητα των δεδομένων» που δόθηκαν σε σχέση με τον τραπεζικό τομέα, δεν ήταν η αναμενόμενη, αιχμή την οποία εισπράττουν όλοι.
Γράφει: Παύλος Ξανθούλης
Πηγή: http://www.philenews.com
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου