Ενιαίο και πιο αυστηρό σύστημα έγκρισης και σύναψης δανείων εισάγει η Κεντρική Τράπεζα με προσχέδιο οδηγίας που απέστειλε στις εμπορικές τράπεζες. Η οδηγία, που αποτελεί υποχρέωση με βάση το μνημόνιο για το χρηματοπιστωτικό τομέα, προκάλεσε αντιδράσεις από τραπεζικά στελέχη, με τον Πρόεδρο του Συνδέσμου Εμπορικών Τραπεζών Μάριο Κληρίδη να δηλώνει ότι τα νέα κριτήρια ενδεχομένως να προκαλέσουν σοκ στους δανειζόμενους».
Σημαντικότερη πρόνοια της οδηγίας αποτελεί το ότι πλέον το βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση, έγκριση και την παραχώρηση δανείου αποτελεί η ικανότητα του δανειολήπτη να αποπληρώσει το δάνειο και όχι η αξία της εμπράγματης εξασφάλισης, όπως ίσχυε προηγουμένως.
Παράλληλα, για σκοπούς πρώτης κατοικίας, η αξία του δανείου που παραχωρείται καθορίζεται στο 80% της αξίας της ακίνητης περιουσίας, ενώ για όλες τις άλλες περιπτώσεις καθορίζεται στο 70%, με ορισμένες εξαιρέσεις. Τέλος, η μηνιαία δόση καθορίζεται στο 35% του μηνιαίου εισοδήματος του δανειζομένου ή ενός νοικοκυριού.
Για μισθωτούς, είτε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα, η οδηγία επιβάλλει στο πιστωτικό ίδρυμα να λαμβάνει πληροφορίες για το εισόδημά του μέσω δήλωσης εργοδοσίας υπογεγραμμένης από τον εργοδότη με καταγραφή του εισοδήματος, ημερομηνία πρόσληψης και, αν υπάρχει, διάρκεια εργοδοσίας. Επίσης ζητείται κατάσταση εισοδήματος για τους τελευταίους τρεις μήνες, αυθεντική κατάσταση λογαριασμού για τους τελευταίους τρεις μήνες,, επιστροφή φόρου για τα τελευταία δύο χρόνια, εκκαθαριστικό φόρο εισοδήματος για τα τελευταία δύο χρόνια, την τελευταία κατάσταση κοινωνικών ασφαλίσεων και όλα τα έγγραφα για άλλα εισοδήματα, όπως διατροφή, εισόδημα από ενοίκια ή και κοινωνικά επιδόματα.
Σε σχέση με τους αυτοεργοδοτούμενους, η οδηγία ζητά τη λήψη βεβαίωσης εισοδήματος από ελεγκτή, αν αυτή υπάρχει, ιστορικό εισοδήματος ή πιστοποίηση από τρίτους για αυτοεργοδοτούμενους δανειολήπτες ή εποχικές ή μη τακτικές πηγές εισοδήματος. Ζητά επίσης τη λήψη αποδεικτικού καταβολής φόρου εισοδήματος, κατάσταση κοινωνικών ασφαλίσεων για τους τελευταίους δύο μήνες, επιστροφή φόρου εισοδήματος και εκκαθαριστικό φόρου για τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς και άλλα έγγραφα για οποιοδήποτε άλλη πηγή εισοδήματος.
Τα ίδια έγγραφα πρέπει να προσκομίζονται και για τους εγγυητές των αιτούμενων.
Για νομικά πρόσωπα (εταιρείες), η οδηγία ζητά τη λήψη εξελεγμένων λογαριασμών για τα τελευταία τρία χρόνια, εκκαθαριστικό φόρου εισοδήματος για τα τελευταία τρία χρόνια, καταστάσεις ΦΠΑ από τον τελευταίο ισολογισμό, τριμηνιαίους λογαριασμούς για την περίπτωση εισηγμένων εταιρειών στο χρηματιστήριο, λογαριασμούς που υποβλήθηκαν στον Έφορο Εταιρειών στην περίπτωση μη εισηγμένων εταιρειών και κατάσταση εσόδων και εξόδων. Επιπλέον, τα ίδια θα ζητούνται στην περίπτωση νομικών προσώπων που εγγυούνται το δανειολήπτη.
Μάλιστα, τονίζεται ότι τόσο στην περίπτωση αιτήσεων από φυσικά όσο και από νομικά πρόσωπα, οι όποιες διαφορές κατά την επαλήθευση των πηγών εισοδήματος θα πρέπει να εξετάζονται και αν δεν δικαιολογούνται τότε ο αιτητής δεν θα πρέπει να νομιμοποιείται για περαιτέρω αξιολόγηση και η αίτηση θα πρέπει να απορρίπτεται άμεσα.
Σε περίπτωση ύπαρξης άλλης διευκόλυνσης σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα, θα ζητείται το αρχικό ποσό του δανείου, το τρέχον υπόλοιπο, η διάρκεια, το επιτόκιο, η δόση και η συχνότητα καταβολής, αυθεντικές καταστάσεις για τη διευκόλυνση για τους τελευταίους τρεις μήνες και η εξασφάλιση που έχει υποβληθεί έναντι του δανείου.
Αναφορικά με τα δάνεια ή αιτήσεις για παρατραβήγματα ή πιστωτικές κάρτες, τα έγγραφα πρέπει να συμπληρώνονται και να υπογράφονται από προσωπικό του πιστωτικού ιδρύματος, ενώ για αίτηση καταναλωτικού δανείου, πέραν των υπογεγραμμένων συμβολαίων, θα ζητούνται τα έγγραφα που αποδεικνύουν το σκοπό λήψης του δανείου, όπως γραπτή προσφορά για αγορά ενός προϊόντος, συμβόλαιο ή τιμολόγια.
Για τα στεγαστικά δάνεια, πέραν των υπογραμμένων συμβολαίων, θα ζητούνται το συμβόλαιο αγοραπωλησίας, προκαταβολή (αν υπάρχει), ενώ τόσο για την περιουσία που θα χρηματοδοτηθεί όσο και για την περιουσία που θα τεθεί ως εμπράγματη εξασφάλιση θα ζητείται τίτλος ιδιοκτησίας, άδεια οικοδομής, πολεοδομική άδεια, τοπογραφικοί χάρτες και σχέδια οικοδομής.
Για την περίπτωση αιτήσεων από νομικά πρόσωπα, θα ζητούνται έγγραφα που να αποδεικνύουν το λόγο της αίτησης για σύναψη δανείου, προκαταβολή ή συμβόλαιο αγοραπωλησίας, ενώ σε περίπτωση χρηματοδότησης έργου θα πρέπει να προσκομίζεται μελέτη βιωσιμότητας, η οποία να περιλαμβάνει μελέτη επικερδότητας, ανάλυση κόστους, επιχειρηματικό σχέδιο, προβλέψεις και ανάλυση χειρότερου σεναρίου.
Επιπλέον, θα ζητούνται πρόσθετες πληροφορίες προκειμένου τα πιστωτικά ιδρύματα να συμμορφώνονται με οδηγίες και νόμους κατά του ξεπλύματος, ενώ οι αρμόδιοι λειτουργοί των πιστωτικών ιδρυμάτων θα πρέπει να πληροφορίες για το πώς ο αιτητής επέλεξε το συγκεκριμένο ίδρυμα.
Στην οδηγία καταγράφονται οι υποχρεώσεις των αξιολογητών που θα εγκρίνουν ή θα απορρίψουν ένα δάνειο, ενώ προνοείται ότι η σύσταση για την αίτηση θα πρέπει να περιλαμβάνει μια πλήρη ανάλυση της ικανότητας αποπληρωμής του πελάτη με πλήρη αιτιολόγηση μιας θετικής σύστασης.
Η βασική αρχή, που διαφοροποιεί την πρακτική της ΚΤΚ από τις προηγούμενες συνίσταται στο άρθρο 3,3 όπου προνοείται ρητά πως «κατά την αξιολόγηση της ικανότητας του πελάτη να αποπληρώσει τη διευκόλυνση, το πιστωτικό ίδρυμα θα πρέπει να δίνει έμφαση στα εισοδήματα εισοδήματα/μελλοντικές ροές. Όποιο είδος εξασφάλισης, που ασφαλίζει τη διευκόλυνση του πελάτη θα πρέπει να θεωρείται ως η δεύτερη διέξοδος του πιστωτικού ιδρύματος σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων και όχι ως ο κύριος τρόπος εξόφλησης».
Τονίζεται ακόμη ότι τα υφιστάμενα και τα μελλοντικά εισοδήματα θα πρέπει να εξακριβώνονται από στοιχεία και ότι θα πρέπει να αγνοούνται προφορικές παραστάσεις για αυτά.
Θα ελέγχονται ακόμη και έξοδα για χώρο στάθμευσης
Σε σχέση με την εξυπηρέτηση ενός δανείου, καθορίζεται πως η μηνιαία δόση δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 35% του μηνιαίου εισοδήματος ενός αιτητή, ή των «συνολικών εκτιμητέων μηνιαίων αποταμιεύσεων», που καθορίζονται από ένα ειδικό πίνακα που περιλαμβάνεται στον Κώδικα Συμπεριφοράς για τη διαχείριση των καθυστερημένων δανείων.
Στην ουσία, πρόκειται για ένα ισολογισμό που καλύπτει όλα τα έσοδα/έξοδα ενός δανειζομένου ή νοικοκυριού, που θα καταγράφει τα πάντα μέχρι και τα έξοδα για συνδρομητική τηλεόραση, έξοδα για στάθμευση, το λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος.
Η οδηγία δίνει την ευχέρεια στο πιστωτικό ίδρυμα να ξεπεράσει το όριο του 35% μόνο μετά την παροχή τεκμηρίωσης στη βάση των εισοδημάτων του αιτητή, αλλά εν πάση περιπτώσει δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 50% του μηνιαίου εισοδήματος.
Τα ίδια κριτήρια ισχύουν τόσο για την έγκριση ενός δανείου για νομικά πρόσωπα, για τα οποία ζητείται «κριτική ανάλυση» των οικονομικών τους στοιχείων, ενώ το κριτήριο καθορισμού μηνιαίας δόσης είναι η δυνατότητα καταβολής της από την εταιρεία που αιτείται το δάνειο.
Εμπράγματες εξασφαλίσεις
Γενικότερα η οδηγία σημειώνει ότι "μια εξασφάλιση από μόνη της δεν μπορεί κατ’ ουδένα τρόπο να θεωρείται κριτήριο για την έγκριση ενός δανείου και δεν μπορεί από μόνη της να δικαιολογήσει την έγκριση μιας δανειακής διευκόλυνσης χωρίς συμμόρφωση με τα κριτήρια που καθορίζονται από την οδηγία.
Τα πιστωτικά ιδρύματα προτρέπονται ωστόσο να εξασφαλίζουν εμπράγματες εξασφαλίσεις για όλες τις διευκολύνσεις ως ένα δίχτυ ασφαλείας σε περίπτωση χρεοκοπίας του δανειολήπτη.
«Όταν προσφέρει εξασφάλιση, ένας πελάτης είναι πιο δεσμευμένος στην αποπληρωμή των υποχρεώσεών του στο πιστωτικό ίδρυμα. Ταυτόχρονα το πιστωτικό ίδρυμα θα έχει χαμηλότερες απώλειες σε περίπτωση χρεοκοπίας του δανειολήπτη και χαμηλότερο πιστωτικό κίνδυνο καθώς η εξασφάλιση αποτελεί πηγή εξόφλησης», αναφέρεται.
Σε περίπτωση που δίνεται ακίνητη περιουσία ως εξασφάλιση ζητείται η προσεκτική και λεπτομερής εξέταση της εκτίμησής της και η προσκόμιση έκθεσης εκτίμησης.
Επιπλέον, στην περίπτωση χρηματοδότησης για απόκτηση, ανέγερση ή ανακαίνιση καθορίζεται λεπτομερείς δείκτη δανείου προς την αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας (Loan to Value Ratio) αναλόγως της κάθε περίπτωσης.
Προνοείται πως σε περίπτωση πρώτης κατοικίας ο δείκτης δανείου προς την αξία δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 80%, ενώ για όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις ο δείκτης θα πρέπει να καθορίζεται στο 70%. Από την πρόνοια αυτή εξαιρούνται η χρηματοδότηση μόνιμης πρώτης κατοικίας που ανεγείρεται σε γη που προσφέρεται από την Κυβέρνηση, η χρηματοδότηση απόκτησης/ανέγερσης για ίδια χρήση σε βιομηχανικές περιοχές ή σε μια βιοτεχνικές ζώνες, καθώς και για τα όρια χρηματοδότησης μέχρι €100.000 που παραχωρούνται σε επιχειρήσεις ανάπτυξης γης για σκοπούς κεφαλαίου κίνησης.
Οι επαναξιολογήσεις των διευκολύνσεων θα γίνονται κάθε 12 μήνες.
Στην οδηγία καθορίζεται ο χειρισμός σε περίπτωση παραχώρησης πιστωτικής διευκόλυνσης πληρωτέας σε μη τακτές δόσεις (lump sum repayment), για τις οποίες ζητείται αυστηρή τεκμηρίωση, καθώς και για περιόδους χάριτος, οι οποίες δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τους 24 μήνες.
Υψηλού κινδύνου οι χρηματοδοτήσεις σε developers
Οι χρηματοδοτήσεις σε επιχειρήσεις ανάπτυξης γης ή οι χρηματοδοτήσεις έργων χαρακτηρίζονται επικίνδυνες και ζητείται όπως το προσωπικό που ασχολείται με αυτές να διαθέτει την σωστή εμπειρία και ζητείται η αξιολόγηση των συνθηκών της αγοράς, οι οποίες θα πρέπει να είναι ευνοϊκές. Προνοείται ότι το δάνειο θα πρέπει να εξοφλείται 12 μήνες μετά την ημερομηνία ολοκλήρωσης του έργου.
Σημαντικότερη πρόνοια της οδηγίας αποτελεί το ότι πλέον το βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση, έγκριση και την παραχώρηση δανείου αποτελεί η ικανότητα του δανειολήπτη να αποπληρώσει το δάνειο και όχι η αξία της εμπράγματης εξασφάλισης, όπως ίσχυε προηγουμένως.
Παράλληλα, για σκοπούς πρώτης κατοικίας, η αξία του δανείου που παραχωρείται καθορίζεται στο 80% της αξίας της ακίνητης περιουσίας, ενώ για όλες τις άλλες περιπτώσεις καθορίζεται στο 70%, με ορισμένες εξαιρέσεις. Τέλος, η μηνιαία δόση καθορίζεται στο 35% του μηνιαίου εισοδήματος του δανειζομένου ή ενός νοικοκυριού.
Για μισθωτούς, είτε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα, η οδηγία επιβάλλει στο πιστωτικό ίδρυμα να λαμβάνει πληροφορίες για το εισόδημά του μέσω δήλωσης εργοδοσίας υπογεγραμμένης από τον εργοδότη με καταγραφή του εισοδήματος, ημερομηνία πρόσληψης και, αν υπάρχει, διάρκεια εργοδοσίας. Επίσης ζητείται κατάσταση εισοδήματος για τους τελευταίους τρεις μήνες, αυθεντική κατάσταση λογαριασμού για τους τελευταίους τρεις μήνες,, επιστροφή φόρου για τα τελευταία δύο χρόνια, εκκαθαριστικό φόρο εισοδήματος για τα τελευταία δύο χρόνια, την τελευταία κατάσταση κοινωνικών ασφαλίσεων και όλα τα έγγραφα για άλλα εισοδήματα, όπως διατροφή, εισόδημα από ενοίκια ή και κοινωνικά επιδόματα.
Σε σχέση με τους αυτοεργοδοτούμενους, η οδηγία ζητά τη λήψη βεβαίωσης εισοδήματος από ελεγκτή, αν αυτή υπάρχει, ιστορικό εισοδήματος ή πιστοποίηση από τρίτους για αυτοεργοδοτούμενους δανειολήπτες ή εποχικές ή μη τακτικές πηγές εισοδήματος. Ζητά επίσης τη λήψη αποδεικτικού καταβολής φόρου εισοδήματος, κατάσταση κοινωνικών ασφαλίσεων για τους τελευταίους δύο μήνες, επιστροφή φόρου εισοδήματος και εκκαθαριστικό φόρου για τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς και άλλα έγγραφα για οποιοδήποτε άλλη πηγή εισοδήματος.
Τα ίδια έγγραφα πρέπει να προσκομίζονται και για τους εγγυητές των αιτούμενων.
Για νομικά πρόσωπα (εταιρείες), η οδηγία ζητά τη λήψη εξελεγμένων λογαριασμών για τα τελευταία τρία χρόνια, εκκαθαριστικό φόρου εισοδήματος για τα τελευταία τρία χρόνια, καταστάσεις ΦΠΑ από τον τελευταίο ισολογισμό, τριμηνιαίους λογαριασμούς για την περίπτωση εισηγμένων εταιρειών στο χρηματιστήριο, λογαριασμούς που υποβλήθηκαν στον Έφορο Εταιρειών στην περίπτωση μη εισηγμένων εταιρειών και κατάσταση εσόδων και εξόδων. Επιπλέον, τα ίδια θα ζητούνται στην περίπτωση νομικών προσώπων που εγγυούνται το δανειολήπτη.
Μάλιστα, τονίζεται ότι τόσο στην περίπτωση αιτήσεων από φυσικά όσο και από νομικά πρόσωπα, οι όποιες διαφορές κατά την επαλήθευση των πηγών εισοδήματος θα πρέπει να εξετάζονται και αν δεν δικαιολογούνται τότε ο αιτητής δεν θα πρέπει να νομιμοποιείται για περαιτέρω αξιολόγηση και η αίτηση θα πρέπει να απορρίπτεται άμεσα.
Σε περίπτωση ύπαρξης άλλης διευκόλυνσης σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα, θα ζητείται το αρχικό ποσό του δανείου, το τρέχον υπόλοιπο, η διάρκεια, το επιτόκιο, η δόση και η συχνότητα καταβολής, αυθεντικές καταστάσεις για τη διευκόλυνση για τους τελευταίους τρεις μήνες και η εξασφάλιση που έχει υποβληθεί έναντι του δανείου.
Αναφορικά με τα δάνεια ή αιτήσεις για παρατραβήγματα ή πιστωτικές κάρτες, τα έγγραφα πρέπει να συμπληρώνονται και να υπογράφονται από προσωπικό του πιστωτικού ιδρύματος, ενώ για αίτηση καταναλωτικού δανείου, πέραν των υπογεγραμμένων συμβολαίων, θα ζητούνται τα έγγραφα που αποδεικνύουν το σκοπό λήψης του δανείου, όπως γραπτή προσφορά για αγορά ενός προϊόντος, συμβόλαιο ή τιμολόγια.
Για τα στεγαστικά δάνεια, πέραν των υπογραμμένων συμβολαίων, θα ζητούνται το συμβόλαιο αγοραπωλησίας, προκαταβολή (αν υπάρχει), ενώ τόσο για την περιουσία που θα χρηματοδοτηθεί όσο και για την περιουσία που θα τεθεί ως εμπράγματη εξασφάλιση θα ζητείται τίτλος ιδιοκτησίας, άδεια οικοδομής, πολεοδομική άδεια, τοπογραφικοί χάρτες και σχέδια οικοδομής.
Για την περίπτωση αιτήσεων από νομικά πρόσωπα, θα ζητούνται έγγραφα που να αποδεικνύουν το λόγο της αίτησης για σύναψη δανείου, προκαταβολή ή συμβόλαιο αγοραπωλησίας, ενώ σε περίπτωση χρηματοδότησης έργου θα πρέπει να προσκομίζεται μελέτη βιωσιμότητας, η οποία να περιλαμβάνει μελέτη επικερδότητας, ανάλυση κόστους, επιχειρηματικό σχέδιο, προβλέψεις και ανάλυση χειρότερου σεναρίου.
Επιπλέον, θα ζητούνται πρόσθετες πληροφορίες προκειμένου τα πιστωτικά ιδρύματα να συμμορφώνονται με οδηγίες και νόμους κατά του ξεπλύματος, ενώ οι αρμόδιοι λειτουργοί των πιστωτικών ιδρυμάτων θα πρέπει να πληροφορίες για το πώς ο αιτητής επέλεξε το συγκεκριμένο ίδρυμα.
Στην οδηγία καταγράφονται οι υποχρεώσεις των αξιολογητών που θα εγκρίνουν ή θα απορρίψουν ένα δάνειο, ενώ προνοείται ότι η σύσταση για την αίτηση θα πρέπει να περιλαμβάνει μια πλήρη ανάλυση της ικανότητας αποπληρωμής του πελάτη με πλήρη αιτιολόγηση μιας θετικής σύστασης.
Η βασική αρχή, που διαφοροποιεί την πρακτική της ΚΤΚ από τις προηγούμενες συνίσταται στο άρθρο 3,3 όπου προνοείται ρητά πως «κατά την αξιολόγηση της ικανότητας του πελάτη να αποπληρώσει τη διευκόλυνση, το πιστωτικό ίδρυμα θα πρέπει να δίνει έμφαση στα εισοδήματα εισοδήματα/μελλοντικές ροές. Όποιο είδος εξασφάλισης, που ασφαλίζει τη διευκόλυνση του πελάτη θα πρέπει να θεωρείται ως η δεύτερη διέξοδος του πιστωτικού ιδρύματος σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων και όχι ως ο κύριος τρόπος εξόφλησης».
Τονίζεται ακόμη ότι τα υφιστάμενα και τα μελλοντικά εισοδήματα θα πρέπει να εξακριβώνονται από στοιχεία και ότι θα πρέπει να αγνοούνται προφορικές παραστάσεις για αυτά.
Θα ελέγχονται ακόμη και έξοδα για χώρο στάθμευσης
Σε σχέση με την εξυπηρέτηση ενός δανείου, καθορίζεται πως η μηνιαία δόση δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 35% του μηνιαίου εισοδήματος ενός αιτητή, ή των «συνολικών εκτιμητέων μηνιαίων αποταμιεύσεων», που καθορίζονται από ένα ειδικό πίνακα που περιλαμβάνεται στον Κώδικα Συμπεριφοράς για τη διαχείριση των καθυστερημένων δανείων.
Στην ουσία, πρόκειται για ένα ισολογισμό που καλύπτει όλα τα έσοδα/έξοδα ενός δανειζομένου ή νοικοκυριού, που θα καταγράφει τα πάντα μέχρι και τα έξοδα για συνδρομητική τηλεόραση, έξοδα για στάθμευση, το λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος.
Η οδηγία δίνει την ευχέρεια στο πιστωτικό ίδρυμα να ξεπεράσει το όριο του 35% μόνο μετά την παροχή τεκμηρίωσης στη βάση των εισοδημάτων του αιτητή, αλλά εν πάση περιπτώσει δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 50% του μηνιαίου εισοδήματος.
Τα ίδια κριτήρια ισχύουν τόσο για την έγκριση ενός δανείου για νομικά πρόσωπα, για τα οποία ζητείται «κριτική ανάλυση» των οικονομικών τους στοιχείων, ενώ το κριτήριο καθορισμού μηνιαίας δόσης είναι η δυνατότητα καταβολής της από την εταιρεία που αιτείται το δάνειο.
Εμπράγματες εξασφαλίσεις
Γενικότερα η οδηγία σημειώνει ότι "μια εξασφάλιση από μόνη της δεν μπορεί κατ’ ουδένα τρόπο να θεωρείται κριτήριο για την έγκριση ενός δανείου και δεν μπορεί από μόνη της να δικαιολογήσει την έγκριση μιας δανειακής διευκόλυνσης χωρίς συμμόρφωση με τα κριτήρια που καθορίζονται από την οδηγία.
Τα πιστωτικά ιδρύματα προτρέπονται ωστόσο να εξασφαλίζουν εμπράγματες εξασφαλίσεις για όλες τις διευκολύνσεις ως ένα δίχτυ ασφαλείας σε περίπτωση χρεοκοπίας του δανειολήπτη.
«Όταν προσφέρει εξασφάλιση, ένας πελάτης είναι πιο δεσμευμένος στην αποπληρωμή των υποχρεώσεών του στο πιστωτικό ίδρυμα. Ταυτόχρονα το πιστωτικό ίδρυμα θα έχει χαμηλότερες απώλειες σε περίπτωση χρεοκοπίας του δανειολήπτη και χαμηλότερο πιστωτικό κίνδυνο καθώς η εξασφάλιση αποτελεί πηγή εξόφλησης», αναφέρεται.
Σε περίπτωση που δίνεται ακίνητη περιουσία ως εξασφάλιση ζητείται η προσεκτική και λεπτομερής εξέταση της εκτίμησής της και η προσκόμιση έκθεσης εκτίμησης.
Επιπλέον, στην περίπτωση χρηματοδότησης για απόκτηση, ανέγερση ή ανακαίνιση καθορίζεται λεπτομερείς δείκτη δανείου προς την αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας (Loan to Value Ratio) αναλόγως της κάθε περίπτωσης.
Προνοείται πως σε περίπτωση πρώτης κατοικίας ο δείκτης δανείου προς την αξία δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 80%, ενώ για όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις ο δείκτης θα πρέπει να καθορίζεται στο 70%. Από την πρόνοια αυτή εξαιρούνται η χρηματοδότηση μόνιμης πρώτης κατοικίας που ανεγείρεται σε γη που προσφέρεται από την Κυβέρνηση, η χρηματοδότηση απόκτησης/ανέγερσης για ίδια χρήση σε βιομηχανικές περιοχές ή σε μια βιοτεχνικές ζώνες, καθώς και για τα όρια χρηματοδότησης μέχρι €100.000 που παραχωρούνται σε επιχειρήσεις ανάπτυξης γης για σκοπούς κεφαλαίου κίνησης.
Οι επαναξιολογήσεις των διευκολύνσεων θα γίνονται κάθε 12 μήνες.
Στην οδηγία καθορίζεται ο χειρισμός σε περίπτωση παραχώρησης πιστωτικής διευκόλυνσης πληρωτέας σε μη τακτές δόσεις (lump sum repayment), για τις οποίες ζητείται αυστηρή τεκμηρίωση, καθώς και για περιόδους χάριτος, οι οποίες δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τους 24 μήνες.
Υψηλού κινδύνου οι χρηματοδοτήσεις σε developers
Οι χρηματοδοτήσεις σε επιχειρήσεις ανάπτυξης γης ή οι χρηματοδοτήσεις έργων χαρακτηρίζονται επικίνδυνες και ζητείται όπως το προσωπικό που ασχολείται με αυτές να διαθέτει την σωστή εμπειρία και ζητείται η αξιολόγηση των συνθηκών της αγοράς, οι οποίες θα πρέπει να είναι ευνοϊκές. Προνοείται ότι το δάνειο θα πρέπει να εξοφλείται 12 μήνες μετά την ημερομηνία ολοκλήρωσης του έργου.
Πηγή: http://www.philenews.com
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου